Διμέτωπο κήρυξε ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ κατά της κυβέρνησης αλλά και του ΣΥΡΙΖΑ για τον τρόπο που συζητείται στο κοινοβούλιο το νομοσχέδιο Κεραμέως. Σε δηλώσεις του σημειώνει ότι “τα ζητήματα Παιδείας αντί να αποτελούν κοινή αγωνία όλων των πολιτικών δυνάμεων, αξιοποιούνται από τη ΝΔ και τον ΣΥΡΙΖΑ για να αυξηθεί τεχνητά η πόλωση μεταξύ τους, με μόνους χαμένους τους φοιτητές και την παιδεία στο σύνολό της”.
Ο κ. Ανδρουλάκης κατηγορεί την κυβέρνηση τόσο για το περιεχόμενο του νομοσχεδίου όσο και για την απουσία ουσιαστικού διαλόγου πριν το καταθέσει στη Βουλή. Χαρακτηρίζει “αθλιότητες” τις δηλώσεις Βερναρδάκη και τονίζει ότι “ο ΣΥΡΙΖΑ έχει μετατραπεί στον μεγαλύτερο χορηγό της κυβέρνησης”.
Η δήλωση του προέδρου του ΠΑΣΟΚ
Το νομοσχέδιο της κυβέρνησης για τα ΑΕΙ συζητείται στη Βουλή σε κλίμα τοξικότητας, ιδεοληψίας και πελατειακών προτεραιοτήτων. Σε ζητήματα που θα μπορούσαν να βρεθούν κοινά αποδεκτές λύσεις, δεν έχουν την πρόθεση να δείξουν συναίνεση και σύνθεση απόψεων.
Μετά από μια δεκαετία αλλεπάλληλων κρίσεων τα ζητήματα Παιδείας αντί να αποτελούν κοινή αγωνία όλων των πολιτικών δυνάμεων, αξιοποιούνται από τη ΝΔ και τον ΣΥΡΙΖΑ για να αυξηθεί τεχνητά η πόλωση μεταξύ τους, με μόνους χαμένους τους φοιτητές και την παιδεία στο σύνολό της.
Χωρίς να έχει προηγηθεί ο απαραίτητος διάλογος με το σύνολο της ακαδημαϊκής κοινότητας, όταν η διαβούλευση για το αντίστοιχο νόμο του ΠΑΣΟΚ το 2011 είχε διαρκέσει 14 μήνες, η κυβέρνηση προωθεί με το σχέδιό της ένα συγκεντρωτικό μοντέλο διοίκησης των πανεπιστημίων που ενισχύει την αδιαφάνεια, τη γραφειοκρατία την έλλειψη λογοδοσίας και την οικογενειοκρατία.
Από την άλλη πλευρά, ο ΣΥΡΙΖΑ έχει μετατραπεί στον μεγαλύτερο χορηγό της κυβέρνησης, αφού οι αθλιότητες Βερναρδάκη βοήθησαν στο να αποπροσανατολίσουν τη συζήτηση από τα σημαντικά προβλήματα του νομοσχεδίου.
Το ΠΑΣΟΚ-Κίνημα Αλλαγής κατέθεσε ως δύναμη προόδου και υπευθυνότητας τροπολογία με μια δέσμη συγκεκριμένων προτάσεων, με κύριο άξονα την κοινωνική λογοδοσία και την αποκέντρωση της λειτουργίας των ΑΕΙ. Γι’ αυτό τον λόγο, προτείνουμε, μεταξύ άλλων, την επαναφορά της δημοκρατικής εκλογής του Πρύτανη, όπως επίσης και τη θεσμοθέτηση Συμβουλίων Ιδρύματος και όχι Διοίκησης με εποπτικό κυρίως ρόλο ως προς την υλοποίηση του στρατηγικού σχεδιασμού των Ιδρυμάτων.
Δεν υπάρχει μοντέλο σύγχρονου πανεπιστημίου, που επιτρέπει ανεξέλεγκτο Πρύτανη αμφισβητούμενης νομιμοποίησης και ένα Συμβούλιο Διοίκησης υποχείριό του.
Με τις συγκεκριμένες θέσεις και προτάσεις μας, αποδεικνύουμε στην πράξη ότι το μοναδικό μας μέλημα είναι το μέλλον της νέας γενιάς και τα εφόδια που οφείλει να της παράσχει το Δημόσιο Πανεπιστήμιο μέσα από την ουσιαστική αναβάθμισή του.