Στην εκτίμηση ότι δεν θα υπάρξουν εντάσεις στα ελληνοτουρκικά μετά από τουρκικές ενέργειες προέβη ο πρωθυπουργός, σημειώνοντας ταυτόχρονα και την προτροπή του προέδρου Μπάιντεν προς τον Ερντογάν για αποφυγή των εντάσεων στο Αιγαίο.
“Εξακολουθώ να εκτιμώ ότι στο πεδίο δεν θα έχουμε κάποια κινητικότητα και δεν θα έχουμε ξανά μία επανάληψη του καλοκαιριού του 2020” δήλωσε ο κ. Μητσοτάκης στη συνέντευξη Τύπου μετά την ολοκλήρωση των εργασιών της Συνόδου Κορυφής του ΝΑΤΟ στη Μαδρίτη.
Πρέπει να συναντιόμαστε με τον Ερντογάν
Σε ερώτηση αν βλέπει παράθυρο διαλόγου με τον Τούρκο πρόεδρο, απάντησε:
“Το “Μητσοτάκης γιοκ” το έχω ξανακούσει στο παρελθόν. Το άκουσα μετά τον Έβρο. Ειπώθηκε με άλλα λόγια. Συναντηθήκαμε με τον κ. Ερντογάν. Εκτιμώ ότι και πάλι κάποια στιγμή θα συναντηθούμε. Πρέπει να συναντιόμαστε, πρέπει να μιλάμε και πρέπει να αντιμετωπίζουμε τις διαφορές μας πολιτισμένα στο πλαίσιο των σχέσεων καλής γειτονίας και μοναδικό σημείο αναφοράς το Διεθνές Δίκαιο. Δεν υπάρχει άλλο πλαίσιο στο οποίο μπορούμε να στηριχτούμε και να λύσουμε τις διαφορές μας. Θα μπορούσα και εγώ να μπω σε έναν έντονο διάλογο προσωπικών αντιπαραθέσεων με τον Πρόεδρο Ερντογάν. Δεν έχω καμία πρόθεση να το κάνω”.
Υπάρχουν ευθύνες για το “TurkAegean”
Για τον θόρυβο που προκλήθηκε από την κατοχύρωση του όρου “TurkAegean” απο την Τουρκία είπε ότι η ελληνική κυβέρνηση θα αντιδράσει νομικά, θα εξαντλήσει τα νομικά περιθώρια, έχει ένα νομικό οπλοστάσιο και τόνισε πως υπάρχουν “υπηρεσιακές ευθύνες” εντός της διοίκησης για το γεγονός ότι δεν υπήρξε αντίδραση νωρίτερα.
Μεταφορά των σιτιρών της Ουκρανίας
Ο πρωθυπουργός στάθηκε και στο ζήτημα της επισιτιστικής κρίσης και ανέφερε πως η Ελλάδα θα παίξει ρόλο στη μεταφορά σατιρών από την Ουκρανία.
“Η Ελλάδα, για ακόμα μια φορά, προσφέρεται να βοηθήσει και να υποστηρίξει οποιαδήποτε προσπάθεια γίνεται, υπό την αιγίδα του ΟΗΕ, προκειμένου το σιτάρι το οποίο αυτή τη στιγμή βρίσκεται εγκλωβισμένο στην Ουκρανία, πρωτίστως στην Οδησσό, να φύγει από την Ουκρανία και να καταλήξει τελικά στις χώρες που σήμερα το χρειάζονται.
Η Ελλάδα έχει έναν ξεχωριστό ρόλο να παίξει σε αυτή την προσπάθεια, καθώς ελέγχει τον μεγαλύτερο στόλο στην παγκόσμια εμπορική ναυτιλία”.
Για το Μνημόνιο Τουρκίας, Σουηδίας, Φινλανδίας
Ο κ. Μητσοτάκης ανέφερε: “Θέλω να πω ανοιχτά ότι η Τουρκία έχει κάποια εύλογα δίκαια όταν την απασχολεί το ζήτημα της τρομοκρατίας η οποία εκπορεύεται από κουρδικές οργανώσεις. Έχει πληρώσει βαρύ τίμημα η Τουρκία από τέτοιες τρομοκρατικές δράσεις. Είναι κάτι το οποίο νομίζω ότι δεν έχουμε καμία δυσκολία να το αναγνωρίσουμε.
Ταυτόχρονα, όμως, όπως είπαμε και σήμερα εντός της Συνόδου Κορυφής -κάτι το οποίο είπα και εγώ, το είπε και ο Πρόεδρος Μακρόν- δεν υπάρχει μόνο μία τρομοκρατία. Υπάρχει και η ευρύτερη ισλαμική τρομοκρατία και στα πλαίσια της προσπάθειας αντιμετώπισης της ισλαμικής τρομοκρατίας δεν μπορούν να στοχοποιούνται οργανώσεις, ομάδες, οι οποίες πάλεψαν κόντρα στην ισλαμική τρομοκρατία και οδήγησαν τελικά στην εξάλειψή της και στην ήττα του ισλαμικού χαλιφάτου. Άρα το ζήτημα αυτό είναι πιο σύνθετο”.
Και σχετικά με τη λύση που επετεύχθη, είπε: Δεν νομίζω ότι θα προσέφερε όφελος η Τουρκία στη Συμμαχία, αλλά και στη θέση της Τουρκίας στη Συμμαχία, εάν επέμενε πέραν αυτής της Συνόδου Κορυφής στο βέτο το οποίο είχε βάλει. Ξεπεράστηκε το βέτο. Όπως σας είπα ξεπεράστηκε τελικά πολύ γρήγορα. Θεωρώ ότι ξεπεράστηκε αρκετά ανώδυνα, αυτό είναι κάτι το οποίο είναι μια θετική εξέλιξη συνολικά για τη Συμμαχία.
Ο Μπαιντεν, τα F-16 στην Τουρκία και το Κογκρέσο
Για την πρόθεση της κυβέρνησης Μπάντεν να δώσει στην Τουρκία την αναβάθμιση των F-16 και να πουλήσει νέα εκσυγχρονισμένα F-16:
“Η αγορά οποιουδήποτε οπλικού συστήματος από τις Ηνωμένες Πολιτείες είναι μία μακρά διαδικασία, η οποία δεν απαιτεί απλά τη θέληση της εκτελεστικής εξουσίας, απαιτεί και την έγκριση του Κογκρέσου.
F-35 η Ελλάδα
Για την αγορά F-35 από την Ελλάδα:
“Πρόθεσή μας είναι να αποκτήσουμε μια μοίρα F-35, με πιθανή option να αποκτήσουμε και μια δεύτερη. Μέρος της διαδικασίας αυτής είναι και η αποστολή του Letter of Request, πράγμα το οποίο έγινε τις τελευταίες ημέρες. Είναι η αρχή -θέλω να το τονίσω- μιας μακράς διαδικασίας καθώς δεν εκτιμούμε ότι μπορούμε να παραλάβουμε τα αεροσκάφη αυτά πριν από το 2027 ή 2028.
Αυτό το λέω διότι είναι μια μακρά διαδικασία από τη μία και το λέω διότι, αφετέρου, τότε έχουμε τον δημοσιονομικό χώρο για να μπορούμε να κάνουμε μια τέτοια αγορά”.